Τα άγνωστα σπήλαια του λόφου της Ακροπόλεως


Ο Ιερός βράχος αποτέλεσε εδώ και χιλιάδες χρόνια τη βάση της Αθηναϊκής δημοκρατίας και του αρχαιοελληνικού πολιτισμού. Δεσπόζει σε ύψος 156 μέτρων και λόγω της πλεονεκτικής του θέσης επέτρεπε τον έλεγχο της περιοχής και οι απόκρημνες πλαγιές, τον έκαναν απρόσιτο στους εχθρούς.
Στους πρόποδες του υπήρχαν οι πηγές της Κλεψύδρας και του Ασκληπιού, που ευνόησαν την εγκατάσταση των πρώτων κατοίκων της Αττικής στο ευρύχωρο πλάτωμα της κορυφής του βράχου. Κατά τη Μυκηναϊκή εποχή, η Ακρόπολη οχυρώθηκε με κυκλώπεια τείχη για να προστατεύονται τα ανάκτορα των βασιλιάδων. Τους επόμενους αιώνες, τη θέση των κατοικιών των Αθηναίων, πήραν σπουδαία αρχιτεκτονικά κτίσματα. Εκτός από τους εντυπωσιακούς ναούς που βρίσκονταν στην κορυφή του βράχου, στο εσωτερικό του ανακαλύφθηκαν σπηλιές, όπου οι Αθηναίοι λάτρευαν τους θεούς τους και πραγματοποιούσαν κάθε χρόνο τελετές προς τιμή τους.

Σπήλαιο της Αγλαύρου
Το ιερό σπήλαιο της Αγλαύρου, που βρίσκεται στην ανατολική πλευρά της Ακρόπολης, θεωρείται το μεγαλύτερο σπήλαιο της πόλης. Σύμφωνα με την επιγραφή που βρέθηκε στον χώρο, το ιερό ήταν αφιερωμένο στην Άγλαυρο, κόρη του μυθικού βασιλιά της Αθήνας, Κέκροπα. Σύμφωνα με τον μύθο, κάποτε η Αθήνα πολιορκούνταν από εχθρικό στρατό και οι κάτοικοι απευθύνθηκαν στο μαντείο των Δελφών για να τους βοηθήσει. Ο χρησμός ανέφερε πως για να σωθεί η πόλη έπρεπε κάποιος να θυσιαστεί με τη θέληση του. Όταν το έμαθε η Άγλαυρος έπεσε από την Ακρόπολη και σκοτώθηκε. Οι Αθηναίοι για να την τιμήσουν διοργάνωναν κάθε χρόνο τα «Αγλαύρεια», όπου έφηβοι άντρες πήγαιναν με την πανοπλία τους στο σπήλαιο και έδιναν όρκο να υπερασπίζονται την πόλη τους στη θεά. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο από το σπήλαιο της Αγλαύρου οι Πέρσες ανέβηκαν στην Ακρόπολη το 480 π.Χ. και την έκαψαν. Το συγκεκριμένο σπήλαιο της Αγλαύρου στη βόρεια πλευρά του Ιερού Βράχου είναι ένα από τα πιο μυστηριώδη σημεία της Ακρόπολης. Αυτό συμβαίνει κατά πρώτον μεν επειδή οι γνώμες για την ταυτότητά του διίστανται, κατά δεύτερο δε λόγω του μεγάλου βάθους του και της σηραγγώδους προεκτάσεώς του πέρα από τους πρόποδες της Ακρόπολης. Το εσωτερικό του σπηλαίου έχει επιπλέον ενδιαφέρον καθώς από το βαθύτερο σημείο του πυθμένα του ξεκινά ένα μακρύ τούνελ που περνώντας κάτω από τους πρόποδες του Ιερού Βράχου, ενώνεται με μια άλλη σήραγγα. Με αφετηρία το σημείο αυτό, η διεύθυνση προς τα αριστερά (βορειοδυτικά) οδηγεί υπογείως προς τον Άρειο Πάγο και την Πνύκα, ενώ προς τα δεξιά (ανατολικά) η στοά φτάνει μέχρι την οδό Μητροπόλεως και συγκεκριμένα κάτω από το εκκλησάκι της Αγίας Δύναμης στην είσοδο του υπουργείου Παιδείας!

Ιερά σπήλαια
Βορειοδυτικά του βράχου βρίσκονται τρία ακόμα σπήλαια, που το καθένα είναι αφιερωμένο σε κάποιον θεό. Το ένα ήταν αφιερωμένο στον Πανά, τον θεό της φύσης, επειδή βοήθησε τους Έλληνες να νικήσουν στη μάχη του Μαραθώνα. Το μεσαίο σπήλαιο αφιερώθηκε στον θεό Απόλλωνα, επειδή εκεί λέγεται πως ήρθε σε επαφή με την Κρέουσα και γέννησαν τον Ίωνα, γενάρχη των Αθηναίων, και το τρίτο στον αρχηγό των Ολύμπιων θεών, Δία.

Σπήλαιο Αστραπιαίου Διός
Δίπλα στη σπηλιά του Απόλλωνος, ανοίγεται μια δεύτερη, επίσης επιβλητική σπηλιά αφιερωμένη στον Δία. Ο πατέρας των θεών και των ανθρώπων λατρεύεται ως "Ολύμπιος", "Αστραπαίος" και "Κεραύνιος". Από φιλολογικές μαρτυρίες, γνωρίζουμε πως στη σπηλιά του Διός Αστραπαίου συγκεντρώνονταν οι "Πυθαϊστές" κάθε Άνοιξη και περίμεναν την αστραπή, σημάδι του Διός, από την κορυφή "Άρμα" της Πάρνηθας για να ξεκινήσουν την πορεία τους προς τους Δελφούς. Οι "Πυθαϊστές", ήταν οι επίλεκτοι Αθηναίοι πολίτες που αντιπροσώπευαν την πόλη στις Δελφικές εορτές των Πυθίων. Από εκείνα τα χρόνια έχει επιβιώσει η παροιμιώδης ρήση "... οπόταν δι' Άρματος αστράψει...". Οι Πυθαϊστές επιστρέφοντας από το Δελφικό ιερό έφερναν καινούργια αμόλυντη φωτιά, "νέον φως", για να καθάρουν τα ιερά της Αθήνας.

Σπήλαιο Πανός
Δίπλα και ανατολικότερα από τη σπηλιά του Διός Αστραπαίου, συναντούμε μιαν άλλη μικρή σπηλιά, αφιερωμένη στον θεό των δασών και των βοσκών, τον Πάνα. Η λατρεία του Πανός ήρθε αργά στην Αθήνα, μετά δηλαδή τη νίκη στον Μαραθώνα το 490 π.Χ. Η παράδοση λέει, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Ηροδότου, πως ο Παν εμφανίστηκε στο πεδίο της μάχης του Μαραθώνα, σκόρπισε πανικό στους Πέρσες και βοήθησε τους κατά πολύ λιγότερους Αθηναίους να τους κατατροπώσουν. Οι Αθηναίοι, ευγνωμονούντες, τίμησαν εδώ τον Πάνα και κάθε χρόνο οργάνωναν λαμπαδηφορία. Λάξεψαν πάνω στο βράχο μικρές κόγχες όπου ακουμπούσαν τα αφιερώματά τους, όπως ειδώλια, αυλούς, ακόμα και λιχουδιές. Η σπηλιά του Πανός μας είναι γνωστή από το έργο του Αριστοφάνους Λυσιστράτη. Ο Αριστοφάνης τοποθετεί εδώ την παρ' ολίγον ερωτική συνομιλία της Μυρρίνης και του Κινησία. Στα χριστιανικά χρόνια, το ιερό σπήλαιο του τραγοπόδαρου θεού γίνεται εκκλησάκι του Αγίου Αθανασίου. Δεν αποτελούσε μεμονωμένο φαινόμενο, δεδομένου ότι και άλλες σπηλιές διάσπαρτες στην Αττική (Οινόη, Υμηττός, Πεντέλη, Πάρνης, Αιγάλεω, Ελευσίνα) εμφανίζουν από το α΄ ήμισυ του 5ου αι. π.Χ. δείγματα λατρευτικής δραστηριότητας προς τον Πάνα (επιγραφές, μαρμάρινες αναθηματικές πλάκες, πήλινα δοχεία)

Σπήλαιο Υποακραίου(Πυθίου) Απόλλωνος
Η μεσαία έχει ταυτισθεί από την σύγχρονη έρευνα με ιερό αφιερωμένο στον Απόλλωνα. Εκεί, σύμφωνα με την παράδοση, ο θεός ήρθε σε επαφή (βίασε) με την Κρέουσα, θυγατέρα του Ερεχθέως, συνεύρεση που είχε ως αποτέλεσμα την γέννηση του Ίωνος, γενάρχη των Ιώνων Ελλήνων, στους οποίους απέδιδαν την καταγωγή τους οι Αθηναίοι. Λέγεται μάλιστα ότι αργότερα η Κρέουσα απέθεσε το παιδί στην ίδια σπηλιά. Παρά την πρώιμη αυτή μυθολογική εκδοχή που συνέδεε τον Απόλλωνα με το εν λόγω σπήλαιο, κανένα ίχνος λατρευτικής δραστηριότητας δεν έχει αναγνωρισθεί με βεβαιότητα στο σημείο αυτό πριν τα ρωμαϊκά χρόνια.Λαξεύματα στον βράχο (κυκλικές και ορθογώνιες βαθύνσεις) μαρτυρούν ότι από τον 1ο αι. μ.Χ. και εξής ο χώρος άρχισε να δέχεται πολυάριθμα αναθήματα (λεπτές λίθινες πλάκες), προσφορές των εννέα αρχόντων της πόλης στον Πύθιο Απόλλωνα, ο οποίος λατρευόταν εδώ ως Υποακραίος ( < «Υπ’ Άκραις» = κάτω από τα ύψη, στην άκρη του λόφου ή «Υπό Μακραίς» = κάτω από τις πέτρες) αλλά μάλλον κι ως Πατρώος (πατέρας των Ιώνων, άρα και των Αθηναίων). Στο σπήλαιο υπάρχει επίσης βάθυνση, όπου βρισκόταν υποδοχή για την εσχάρα του Διός Αστραπαίου· σε αυτό το σημείο, κατά τον Στράβωνα, οι Πυθαϊστές περίμεναν να φανεί ένα σήμα από την Πάρνηθα, από την περιοχή της Φυλής, μια αστραπή του Διός που θα έδινε το έναυσμα για την εκκίνηση της πομπής τους προς τους Δελφούς. Επιγραφή του 4ου αι. π.Χ. από την Αγορά μας πληροφορεί ότι από εκεί διερχόταν η πομπή των Πυθαϊστών, επιβεβαιώνοντας έμμεσα την χρήση του χώρου του σπηλαίου και για τον σκοπό αυτό.

Σπήλαιο Μυκηναϊκής Κρήνης
Κάτω από το Ερέχθειο βρίσκεται το σπήλαιο της Μυκηναϊκής Κρήνης, που πήρε το όνομα του από την κρήνη που διαμόρφωσαν οι Μυκήνες όταν έχτιζαν τα τείχη της Ακρόπολης. Πιθανόν εκεί βρισκόταν το ιερό της κόρης του βασιλιά της Αθήνας και αδερφής της Αγλαύρου, θεάς Έρσης. Βρισκόταν μέσα σε μια φυσική ρωγμή και ήταν προσιτή μόνο μέσω μιας αθέατης σκάλας. Η ρωγμή του σπηλαίου λειτουργούσε ως μυστική είσοδος στον ιερό βράχο, απ’όπου κατάφεραν τον Μάιο του 1941 να ανέβουν στην Ακρόπολη οι Μανώλης Γλέζος και Λάκης Σάντας και να υποστείλουν τη σημαία.

Ιερό της Αφροδίτης και του Έρωτα
Εδώ η λατρεία της Αφροδίτης αντικατέστησε τη λατρεία της μυκηναϊκής θεάς με τα περιστέρια, που λατρευόταν ως θεά της γονιμότητας κοντά στις μυκηναϊκές εισόδους στην Ακρόπολη. Σ' αυτό εδώ το τέμενος της θεάς του έρωτα και της γονιμότητας έρχονταν μια καλοκαιρινή νύχτα οι αρρηφόρες με τα "άρρητά" τους. Στην τελετή των αρρηφόρων αναβίωνε ένα πανάρχαιο αγροτικό έθιμο που είχε ως σκοπό την ενίσχυση της ευφορίας της γης. Πάνω στο βράχο του τεμένους ξεχωρίζουμε τις λαξευμένες τετράπλευρες κόγχες όπου εναπόθεταν οι αρχαίοι λάτρεις τα αφιερώματά τους. Στον ίδιο χώρο βρέθηκαν πολλές αναθηματικές επιγραφές για την Αφροδίτη και τον Έρωτα.

Κλεψύδρα/Πηγή Εμπεδώ
Στην βορειοδυτική περίπου γωνία του βράχου της Ακροπόλεως, χαμηλότερα από το επίπεδο των σπηλαίων της Βόρειας Κλιτύος της, στην συμβολή της Οδού Παναθηναίων και του Περιπάτου, σώζονται τα κατάλοιπα μιας εκ των αρχαιοτέρων πηγών της Αθήνας, της ονομαζόμενης Κλεψύδρας. Η χρήση της εκτείνεται από στους προϊστορικούς χρόνους μέχρι και τη νεώτερη εποχή.

Ο ΧΩΡΟΣ ΠΑΡΑΜΕΝΕΙ ΣΦΡΑΓΙΣΜΕΝΟΣ ΚΑΙ ΚΛΕΙΣΤΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΟΙΝΟ

Ήδη από την νεολιθική περίοδο ήταν γνωστή μία φλέβα νερού μέσα σε μια κοιλότητα του βράχου, η οποία από νωρίς τράβηξε την προσοχή των Αθηναίων. Αρχικά η άντληση των υδάτων γινόταν υπογείως με μία σειρά από πηγάδια/φρέατα που είχαν ανοιχθεί, ενώ εν συνεχεία μαρτυρείται και λατρεία της νύμφης Εμπεδούς σε αυτό το σημείο, προφανώς λόγω της σχέσης που της απέδιδαν με το νερό και την ίδια την πηγή (γι’ αυτό η Κλεψύδρα καλείτο συχνά και Εμπεδώ). Φαίνεται ότι η πηγή ήταν προσιτή για τους αρχαίους εξωτερικά της Ακροπόλεως. Μερικοί μάλιστα θεωρούν ότι κάποια επίγεια πηγή πρέπει να υπήρχε ήδη από τα μυκηναϊκά χρόνια, στα οποία έγινε και η πρώτη μνημειακή διαμόρφωση όλης της περιοχής (β΄ ήμισυ 13ου αι. π.Χ.). Το ενδιαφέρον για την εκμετάλλευση της πηγής εντάθηκε κυρίως από την υστερομυκηναϊκή περίοδο, οπότε η οχύρωση της Ακρόπολης κατέστησε απαραίτητη την εξασφάλιση της τροφοδοσίας των εντός των τειχών με πόσιμο νερό.

πηγές:

Σχόλια